Δημοφιλείς αναρτήσεις

Τετάρτη 11 Σεπτεμβρίου 2013

Ο αριστούχος μαθητής που άφησε άφωνο το ελληνικό διαδίκτυο ~ ΟΛΕΣ ΟΙ ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ

Ο αριστούχος μαθητής που άφησε άφωνο το ελληνικό διαδίκτυο ~

 ΟΛΕΣ ΟΙ ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ

Πρώτη φορά σε στριπτιζάδικο - Homme Alone - Στήλες | oneman.gr

Πρώτη φορά σε στριπτιζάδικο -

 Homme Alone - Στήλες

| oneman.gr

Συρία: Φωτογραφίες που αν τις δεις, δεν θα τις ξεχάσεις ποτέ - NEWS247

Συρία: Φωτογραφίες που αν τις δεις, δεν θα τις ξεχάσεις ποτέ

- NEWS247

Σαλβαδόρ Αγέντε, ο οραματιστής της πιο όμορφης ουτοπίας - NEWS247

Σαλβαδόρ Αγέντε, ο οραματιστής της πιο όμορφης ουτοπίας

- NEWS247

*ΟΙ ΓΕΡΜΑΝΙΚΕΣ ΕΚΤΕΛΕΣΕΙΣ*


*ΟΙ ΓΕΡΜΑΝΙΚΕΣ ΕΚΤΕΛΕΣΕΙΣ*

Του Σαράντου Καργάκου

 
Απέφευγα για λόγους προσωπικής ευαισθησίας (έχουμε κι εμείς βέβαια    τα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα μας!) ν' αναφερθώ στο περιβόητο θέμα των γερμανικών αποζημιώσεων. Ήμουν εξήμισυ ετών όταν, ανήμερα σχεδόν του Αγίου Νικολάου του 1943, οι Γερμανοί πηγαίνανε για σκοτωμό τ' αδέρφια του πατέρα μου. Η μάνα μου λέει πως με κρατούσε από το χέρι. Πέρασε το αυτοκίνητο με τους μελλοθάνατους από μπροστά μας, ο μικρός θείος μου που ήταν δεν ήταν 30 ετών, σήκωσε το χέρι και μας χαιρέτισε μ' ένα πικρό χαμόγελο.

Και μετά το αυτοκίνητο χάθηκε σε κάποια στροφή. Τότε για πρώτη φορά άκουσα κι έμαθα τη λέξη εκτέλεση. Κι η λέξη έμεινε άσβηστη στη συνείδησή μου, γιατί έκτοτε είχαμε κι άλλες, κι άλλες πολλές ακόμη εκτελέσεις. Έφευγαν από κοντά μας αγαπημένα πρόσωπα κι ο κόσμος έλεγε: «Τα πήγαν για εκτέλεση»!

Κάποτε τα δεινά έληξαν και στον τόπο εγκαθιδρύθηκε μια κουτσή και στραβή τάξη. Η οικογένειά μου περνούσε δύσκολες ώρες αφόρητης φτώχειας. Η Κατοχή μάς είχε εξουθενώσει. Κάποιοι δικηγόροι ξεκίνησαν έναν αγώνα για αποζημιώσεις. Μάζευαν υπογραφές από συγγενείς θυμάτων. Υπόσχονταν –αν θυμάμαι καλά- δύο χιλιάδες το «κεφάλι». Πήγαν και στον πατέρα μου να υπογράψει, μα ο φτωχούλης αρνήθηκε με βδελυγμία. «Δεν κοστολογούνται τα  κεφάλια των αδελφών μου», είπε.

Κι ένιωσε πως ανταπέδιδε, με τη φράση αυτή, την καλύτερη τιμωρία στην επηρμένη μεταπολεμική Γερμανία, τη Γερμανία του οικονομικού θαύματος, που στηρίχθηκε στην ξένη εργασία και στην, αφειδώς παρεχόμενη, αμερικανική βοήθεια.

Αν σ' όλη αυτή τη μακρά διαδικασία με πληγώνει κάτι, είναι όχι αυτή καθαυτή η εκτέλεση, αλλά η «νομιμότητα» αυτής της εκτέλεσης. Οι γερμανικές αρχές είχαν διακηρύξει πως για κάθε σκοτωμένο Γερμανό θα εκτελούνταν 40 άμαχοι Έλληνες. Ας το σκεφθούμε αυτό: 40 Έλληνες έναντι ενός Γερμανού! Έτσι μας κοστολόγισαν κι έτσι μας κοστολογούν. Ένας Έλληνας είναι υποπολλαπλάσιο του Γερμανού. Αυτό εκφράζει όχι απλώς τη ναζιστική θηριωδία αλλά τη γενικώτερη ευρωπαϊκή νοοτροπία.

Γιατί, όπως πολύ σοφά έλεγε ο Ντισραέλι, «μπορεί μια αποικία ν' απέκτησε ανεξαρτησία, αλλά δεν παύει, γι' αυτό το λόγο, να είναι αποικία».

Αν, σήμερα, οι Γερμανοί δυστροπούν να πληρώσουν την επιδικασθείσα από τα Δικαστήρια αποζημίωση στους μαρτυρικούς κατοίκους του Διστόμου (και όχι μόνον του Διστόμου), δεν το κάνουν μόνο από τσιγκουνιά, το κάνουν για να μας ταπεινώσουν ακόμη μια φορά. Αρνούνται υπόσταση στα δικαστήριά μας. Ουσιαστικά, δεν αναγνωρίζουν σε μας υπόσταση κράτους. Παραπέμπουν το ζήτημα στον (έλληνα) Υπουργό. Αυτός είναι ένας περιδεής εκπρόσωπος της Νέας Τάξης, που δεν λογοδοτεί στον ελληνικό λαό αλλά στα Διευθυντήρια των Νέων Καιρών.

Αυτό που όμως με θλίβει, δεν είναι η ψυχική κακομοιριά των κυβερνώντων, είναι το ηθικό κατάντημα κάποιων δημοσιογράφων. Άκουγα ένα μεσημέρι κάποιον ραδιοσχολιαστή, που με άκρως περιφρονητική φωνή στιγμάτιζε τη συμπεριφορά των Διστομιτών, επειδή κατέφυγαν στα ασφαλιστικά μέτρα κατά των Γερμανών.
Κι έλεγε: «Πού φθάσαμε.»!


Έπρεπε να είχε ζήσει τη γερμανική φρίκη της Κατοχής, για να είχε δει το πού φθάνε το κτήνος, όταν κυριεύει την ανθρώπινη ψυχή. Τι έκαναν οι κάτοικοι του Διστόμου από το να προσφύγουν στη Δικαιοσύνη; Μήπως έπρεπε κι αυτοί - κι όχι μόνο αυτοί- να συμπεριφερθούν γερμανικά, δηλαδή να πιάσουν καμμιά πεντακοσαριά Γερμανούς τουρίστες και να τους κρατήσουν ομήρους ή να τους εκτελέσουν;

Στα αντίποινα των Γερμανών, εμείς δεν απαντήσαμε με αντίποινα. Οι Γερμανοί τιμωρήθηκαν ελάχιστα, γι' αυτά που διέπραξαν στον τόπο μας. Κάλυψαν ένα ελάχιστο μέρος, των αποζημιώσεων που όφειλαν. Συνέχισαν τη ναζιστική πολιτική, όχι βέβαια στη γραμμή του Χίτλερ (δεν είναι ακόμη καιρός) αλλά στη γραμμή του Γκαίμπελς. Παραπλάνηση και εξαπάτηση. Και μετά αποθράσυνση.  Θα 'ρθει στιγμή που θα μας ζητήσουν αποζημίωση, για τις σφαίρες που ξόδεψαν για να μας σκοτώσουν.

*Μέρος Δεύτερο

Το κείμενο που προηγήθηκε, είχε γραφτεί προ πολλών ετών για να δημοσιευθεί στην εφημερίδα όπου αρθρογραφούσα επαγγελματικώς. Δεν δημοσιεύθηκε· και σε λίγες ημέρες «εκτελέστηκα» και δημοσιογραφικώς. Μου τράβηξαν το χαλί επιτηδείως κάτω από τα πόδια μου. Τώρα που ήλθαν οι δύσκολοι καιροί και η Γερμανία μάς φόρεσε καπίστρι, πολλοί σταθμοί και πάμπολλα έντυπα μού ζητούν να μιλήσω και να γράψω για τις περιβόητες αποζημιώσεις. Μου ζητήθηκε να μιλήσω και για τις εκτελέσεις.    Κι αντιμετώπισα τις λοιδορίες δύο «καναλοκύνων». 

Αναφερόμουν στην εκτέλεση των συγγενών μου και στην υπέροχη στάση της γιαγιάς μου. Ήμουν μπροστά, όταν ο πατέρας τής ανακοίνωσε τηνεκτέλεση των δύο παιδιών της, των δύο αδελφών του. Η γιαγιά –βαθιά χριστιανική ψυχή- κατέβασε το μαύρο τσεμπέρι ως τα μάτια και πριν τυλίξει με αυτό το στόμα, για να μη βγει κραυγή οδύνης, κατόρθωσε να μουρμουρίσει:
- Ο θεός να τους συγχωρέσει για το κακό που μου έκαναν!.
Κι έπειτα κλείστηκε στη βαθιά σιωπή της. Που και που, ένα σιγαλό - σαν
αγεράκι απαλό- μοιρολόι.


Πέρασαν κάποια χρόνια. Ήμουν στην τελευταία τάξη του Γυμνασίου, την λεγόμενη τότε «Ογδόη». Ο πατέρας έφθασε ένα μεσημέρι ράκος στο σπίτι. Τον είχε επισκεφθεί στο κατάστημα του «Δραγώνα» (Αιόλου 89), ο άνθρωπος που είχε βάλει στη λίστα των μελλοθάνατων τα αδέρφια του. Ήταν ετοιμοθάνατος· τον «κουράριζε» στον Άγιο Σάββα, εξάδελφός μου ογκολόγος. Του έμεναν λίγες ημέρες ζωής. Ζήτησε από τον εξάδελφό μου την άδεια να βγει για λίγες ώρες· έπρεπε κάποιον να δει. Και πήγε να βρει τον πατέρα μου. Δεν μπορούσε να ανέβει στον ημιώροφο. Τον ζήτησε και κατέβηκε ο πατέρας. Σαν τον είδε πάνιασε.
- Ήλθα να πάρω τη συγγνώμη σου, του είπε ο άλλος. Σε λίγες μέρες πεθαίνω.
Ο πατέρας, βαθιά συγκλονισμένος, μόλις κατόρθωσε να ψελλίσει μία φράση:
- Να 'σαι συγχωρεμένος.

Ανέβηκε γρήγορα τις σκάλες και κλείστηκε στο γραφειάκι, που ήταν το λογιστήριο. Δεν ήθελε να τον δει κανείς με δάκρυα στα μάτια. Ήταν ένας μικρόσωμος άνθρωπος με υψηλή περηφάνεια. Μας τα είπε στο σπίτι με αναφιλητά. Ήταν η πρώτη φορά που μάλωσα με τον πατέρα μου. Με τη σκληρότητα της νεανικής ηλικίας, πίστευα πως η συγγνώμη σ' έναν εγκληματία συνιστά αδικία. Σήμερα το ίδιο θα έπραττα κι εγώ,

Αυτό δεν σημαίνει πως έκοψα να είμαι Μανιάτης. Αλλά η πείρα μιας μακράς ζωής, με εδίδαξε ότι η καλύτερη εκδίκηση είναι η συγγνώμη.  Γι' αυτό συγχωρώ και τον δημοσιογράφο - κάποτε φίλο- και τα παρασαρκώματα που τον περιστοιχίζουν, που, χωρίς να φορούν την στολή της «Βέρμαχτ», συνεχίζουν με άλλα μέσα το έργο τους.

Συγχωρώ ακόμη και τους Γερμανούς δημοσιογράφους, τραπεζίτες και πολιτικούς για όσα μας κάνουν. Κι όχι απλώς τους συγχωρώ, αλλά τους ευγνωμονώ. Από τη δική τους αγνώμονα στάση, θα ξεπηδήσει η δική μας ανάταση, η νέα εθνική μας επανάσταση. Όχι κατά των Γερμανών αλλά κατά των υπολειμμάτων του δωσιλογισμού που «κοπροκρατούν» (το ρήμα είναι του Ελύτη) πολιτικά και οικονομικά τη δόλια πατρίδα μας.

 

Πηγή: Αθηναϊκό Ημερολόγιο 2012

!!!!!!!!!!!!!!!                                                                                @Radical30

ΛΕΣΧΗ ΤΩΝ ΙΣΟΠΕΔΩΤΩΝ: ΜΠΡΕΧΤΟ ΜΑΝΙΑ

ΛΕΣΧΗ ΤΩΝ ΙΣΟΠΕΔΩΤΩΝ: 

ΜΠΡΕΧΤΟ ΜΑΝΙΑ

Η Δύση χάνει το «ήθος του πολεμιστή»

Η Δύση χάνει το «ήθος του πολεμιστή»

Δημοσίευση  radical30 Σήμερα στις 2:46 pm

Μαρκ Μαζάουερ

Tην εποχή όπου οι στρατοί μειώνονται και οι μάχες μετατρέπονται σε απολύτως ασφαλή videogames, η Δύση χρειάζεται να επαναπροσδιορίσει τις αξίες της. Υπονομεύεται ο ίδιος ο ρόλος του κράτους, γράφει ο Μαρκ Μαζάουερ. Η Συρία ξεδιπλώνει εξελίξεις.

Μαζάουερ: Η Δύση χάνει το «ήθος του πολεμιστή» και επιτεύγματα του 20ού αιώνα


<< Η μνήμη του Ιράκ και η οργή που εξακολουθεί να προκαλεί αυτός ο πόλεμος βαρύνουν την κοινοβουλευτική ήττα της βρετανικής κυβέρνησης για το θέμα της Συρίας και τη σχετική διαμάχη στο Κογκρέσο των ΗΠΑ και στο γαλλικό κοινοβούλιο.

Οι αμφιβολίες που επικρατούν σε αυτά τα νομοθετικά σώματα αφορούν το γεγονός πως η κοινή γνώμη και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού είναι πολύ πιο δύσπιστη από ό,τι ήταν σχετικά με την αποτελεσματικότητα της στρατιωτικής δράσης και πιο ανήσυχη ως προς την τάση για τα αποκαλούμενα χειρουργικά χτυπήματα, που μετατρέπονται σε χαμένους πολέμους.

Εξίσου σημαντικό είναι το γεγονός ότι μετά από χρόνια περικοπών στις αμυντικές δαπάνες οι στρατιωτικοί ηγέτες είναι οργισμένοι που τους ζητείται συνεχώς να κάνουν περισσότερα έχοντας στη διάθεσή τους λιγότερα. Ο αριθμός του μόνιμου στρατιωτικού προσωπικού της Βρετανίας είναι μικρότερος από 185.000 άτομα και σύντομα θα μειωθεί στο χαμηλότερο επίπεδο 150 ετών.

Η γαλλική κυβέρνηση προτείνει μείωση του μόνιμου στρατιωτικού προσωπικού κατά 30.000 τα επόμενα έξι χρόνια.

Προς μία ευρύτερη άποψη γι' αυτό, κάποιος θα μπορούσε να διαβάσει τον στοχασμό του Αλφρέντ ντε Βινί στο «The Warrior’s Life». Δημοσιεύθηκε πρώτη φορά το 1835, θεωρείται κλασικό έργο του γαλλικού ρομαντισμού και θέτει ένα πολύ επίκαιρο ερώτημα: πόσο αξίζει ένας στρατός όταν έχει παρέλθει η χρησιμότητά του;

Όταν οι στρατοί συρρικνώνονται, οι στρατιώτες είναι οι πρώτοι που νιώθουν τις επιπτώσεις. Κανείς δεν το γνώριζε αυτό καλύτερα από τον ντε Βινί, ο οποίος ξεκίνησε τη στρατιωτική του καριέρα όταν ο Ναπολέων ηττήθηκε. Τα χρόνια που ακολούθησαν, ο στρατός ένιωσε περιθωριοποιημένος, ενώ η χώρα γύρισε την πλάτη στη δοξασία του πολέμου και ερωτεύθηκε την ιδέα της εκπολιτιστικής αξίας της ειρήνης. Ο αριστοκράτης ντε Βινί δεν είχε χρόνο για τον Ναπολέοντα. Θρήνησε, όμως, την απαξίωση του κώδικα των πολεμιστών - την έννοια της ακλόνητης πίστης προς τον μονάρχη, την ιδέα του καθήκοντος και της ισότητας υπό τον στρατό.

Αυτός ο κόσμος μοιάζει πλέον πολύ μακρινός, αλλά το «The Warrior’s Life» είναι σε κάθε περίπτωση προφητικό. Στις ΗΠΑ -εν αντιθέσει με το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης- ο στρατός εξακολουθεί να είναι εξιδανικευμένος. Εάν, όμως, κοιτάξει κανείς πιο βαθιά, θα δει ότι και εκεί, πίσω από τις σημαίες που κυματίζουν, θα βρει μία κοινωνία με βαθιές ανησυχίες για τη στρατιωτική ζωή.

Οι δημοσκοπήσεις μας λένε ότι όλο και λιγότεροι άνθρωποι θέλουν να γίνουν στρατιώτες ή έχουν την αίσθηση της υποχρέωσης να υπηρετήσουν. Αυτό μπορεί να συνδέεται με το γεγονός ότι η στρατιωτική ζωή σχετίζεται πλέον όλο και λιγότερο με το πεδίο της μάχης.

Τα νούμερα των ενόπλων δυνάμεων βυθίζονται -βρίσκονται πλέον κάτω από το 0,5% του πληθυσμού, δηλαδή στο χαμηλότερο επίπεδο τουλάχιστον ενός αιώνα- και η αναλογία του προσωπικού στήριξης των δυνάμεων του μετώπου αυξάνεται. Καθώς οι στρατοί γίνονται υψηλής τεχνολογίας και εντάσεως κεφαλαίου, οι δαπάνες ανά στρατιώτη εκτοξεύονται. Παράλληλα, όμως, οι πιθανότητες τραυματισμού ή θανάτου στο πεδίο της μάχης μειώνονται δραματικά.

Στο Βιετνάμ και στην Κορέα δεκάδες χιλιάδες Αμερικανοί στρατιώτες έχασαν τη ζωή τους, ενώ μόλις 147 θάνατοι από μάχη καταγράφηκαν στον πρώτο πόλεμο του Περσικού Κόλπου και 1.000 στη σύγκρουση που ακολούθησε την εισβολή στο Ιράκ το 2003. Οι αυτοκτονίες και τα ατυχήματα στοιχίζουν περισσότερες ζωές στον αμερικανικό στρατό από ό,τι οι εχθροί της χώρας. Η χρήση μη επανδρωμένων αεροπλάνων είναι η απόλυτη επέκταση αυτών των τάσεων. Πώς μπορεί να βρει κάποιος ηρωισμό ή στρατιωτικό πνεύμα κουνώντας ένα τηλεχειριστήριο;

Ορισμένοι Αμερικανοί στρατηγοί ήδη ανησυχούν μήπως με τη μετατροπή της μάχης σε ένα απολύτως ασφαλές videogame εκμηδενιστεί η στήριξη της κοινής γνώμης για τα στρατεύματα και ενταθούν οι πιέσεις για νέες περικοπές στον προϋπολογισμό. Αυτή η πίεση είναι εντονότερη στη Βρετανία. Ήδη παρατηρείται και στη Γαλλία -που αντιμετωπίζει προβλήματα ρευστότητας- παρ' όσα έγιναν στο Μάλι. Ακόμη και στις ΗΠΑ με τις υψηλές στρατιωτικές δαπάνες, μπορεί αυτή η τάση να είναι προ των πυλών. Προς το παρόν έχει καταγραφεί συγκριτικά μικρή μείωση των αμυντικών δαπανών, από τα υψηλά επίπεδα του πολέμου κατά της τρομοκρατίας. Όμως, ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα προβλέπει νέα μείωση του αμυντικού προϋπολογισμού στο 2,4% του ΑΕΠ μέχρι το 2023, που θα είναι το χαμηλότερο επίπεδο από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Οι αλλαγές αυτές, όμως, δεν επηρεάζουν μόνο τους στρατιώτες. Ο αείμνηστος Τσαρλς Τίλι είχε δείξει σε μία σειρά λαμπρών κοινωνιολογικών ερευνών το εύρος της στενής διασύνδεσης πολέμων και ευημερίας. Οι ηγέτες που ζητούσαν από τους πολίτες τους να πολεμήσουν έμαθαν με σκληρό τρόπο ότι έπρεπε να δώσουν σε αντάλλαγμα κάτι πιο απτό και δελεαστικό, από το προνόμιο να πεθάνουν στο όνομα του ηγέτη τους. Γι' αυτό η έλευση των μαζικών στρατευμάτων από κληρωτούς, ενωμένους στην πίστη για την πατρίδα, συνέπεσε με τη δραματική μεταμόρφωση της φύσης του κράτους κατά τον 20ό αιώνα και την ταχεία επέκταση των κοινωνικών δικαιωμάτων με τη μορφή της δημόσιας στέγασης, των συστημάτων υγείας και της παιδείας μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Κατά τη διάρκεια των δύο Παγκόσμιων Πολέμων, το ποσοστό του πληθυσμού που φορούσε στρατιωτική στολή στη Βρετανία και στις ΗΠΑ είχε πλησιάσει το εντυπωσιακό 10%. Αυτού του είδους οι πόλεμοι έφεραν ολόκληρες κοινωνίες κοντά σε νέα πρότυπα ισότητας και επέδειξαν την ανάγκη του ίδιου του κράτους ως διαμεσολαβητή στις βιομηχανικές σχέσεις, αλλά και στον οικονομικό σχεδιασμό.

Τα πορίσματα αυτά διδάχθηκαν και εφαρμόστηκαν και μετά τον πόλεμο, στηρίζοντας σε μεγάλο βαθμό τη διαχείριση του καπιταλισμού της Δύσης στα χρόνια που ακολούθησαν την οικονομική ανάπτυξη μετά το 1945.

Από αυτά τα πορίσματα, σχεδόν τίποτα δεν έχει απομείνει. Ο μικρότερος, πιο λιτός και μεγαλύτερης εντάσεως κεφαλαίου στρατός των τελευταίων λίγων δεκαετιών έχει συμβάλει στο να είναι πιο δειλά τα κράτη την εποχή της παγκοσμιοποίησης.

Με τις εντεινόμενες ανισότητες της σημερινής εποχής σε εισόδημα και πλούτο, τα κοινωνικά επιτεύγματα των δύο Παγκοσμίων Πολέμων έχουν σβήσει. Κανείς βεβαίως δεν εύχεται να γίνει πόλεμος για να μάθει ο κόσμος τις αρετές ενός δυναμικού κράτους και τον ρόλο του στην παγίωση της κοινωνικής αλληλεγγύης. Φαίνεται, όμως, πως δεν έχουμε ένα υποκατάστατο για την αναδιανεμητική μηχανή που μετέτρεψε τις «τέσσερις ελευθερίες» του Φραγκλίνου Ρούζβελτ -ελευθερία λόγου, θρησκείας, απελευθέρωση από τα «θέλω» και τον φόβο- σε δημόσια αγαθά.

Καθώς το πολεμικό ήθος σβήνει στη μνήμη, αυτό που χάνεται δεν είναι μόνο η ρομαντική προσέγγιση του ντε Βινί για τη ζωή, αλλά κάτι που ίσως είναι πιο πολύτιμο: τα εξαιρετικά κυβερνητικά επιτεύγματα του 20ού αιώνα. Μία από τις πιο επείγουσες προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε είναι να βρούμε μία νέα και ιδιαίτερα σύγχρονη βάση για πολιτική ισότητας στη μεταστρατιωτική εποχή>>.


*Ο Μαρκ Μαζάουερ είναι καθηγητής Ιστορίας στο πανεπιστήμιο Columbia και συγγραφέας του «Governing of the World».

_________________
radical30